Η κατοικία βρίσκεται σε μια εξαιρετική τοποθεσία στη Σιθωνία, σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα. Το τοπίο, συντίθεται από μικρές παραλίες πάνω σε έναν μικρό, κλειστό κόλπο, πλαισιωμένο από χαμηλά πρανή, καλυμμένα από βράχια, θάμνους, πεύκα και ελαιόδενδρα.
Πηγάζοντας έμπνευση από την αρμονία και την απαράμιλλη φυσική ομορφιά του τόπου, κεντρική ιδέα του σχεδιασμού αποτέλεσε η εναρμόνιση του τελικού κτιρίου στο φυσικό περιβάλλον και η ελαχιστοποίηση του ενεργειακού αποτυπώματος χρήσης.
Στη θέση της σημερινής κατοικίας υπήρχε για πολλά χρόνια μία μισοτελειωμένη κατασκευή, ένας σκελετός από σκυρόδεμα, ο οποίος αποτέλεσε το υπόβαθρο πάνω στο οποίο σχεδιάστηκε η νέα μορφή του κτιρίου.
Έτσι, ενώ τα δύο ανατολικά δωμάτια του ορόφου έχουν το προνόμιο της άμεσης θέας στη θάλασσα από ψηλά, τα υπόλοιπα τρία έχουν το πλεονέκτημα της άμεσης σχέσης τους με τον περιβάλλοντα χώρο και το έδαφος, διαθέτοντας μικρές ιδιωτικές αυλές με υπαίθρια καθιστικά κάτω από καλαμωτές.
Στην ιδιοκτησία δεν τοποθετήθηκε περίφραξη, ώστε η θέα να είναι απρόσκοπτη, εκτός από ένα όριο το οποίο σηματοδοτεί την είσοδο της κατοικίας από την πλευρά του δρόμου.
Οι φυτεύσεις στον κήπο χωρίστηκαν σε επιμέρους ομάδες, προκαλώντας τον επισκέπτη να περπατήσει ακολουθώντας ημικυκλική πορεία, μέσα σε μία βιωματική διαδρομή αρωμάτων, γεύσεων και εικόνων.
Οι πέργκολες, οι καλαμωτές και τα δάπεδα γύρω από το κτίριο ακολούθησαν ένα διαφορετικό σύστημα αξόνων από αυτό του κτιρίου, για να διασκεδασθεί η αυστηρότητα του κεντρικού πρίσματος και να υπάρξει μια χαλαρότερη μετάβαση από το γεωμετρικό- ανθρωπογενές, στο φυσικό περιβάλλον.
Όπου το κτίριο ακουμπά στο έδαφος, επενδύθηκε με τοπική, με την τεχνική της ξερολιθιάς, ώστε το κτίριο να αποτελέσει συνέχεια του βραχώδους εδάφους και να ενταχθεί αρμονικά στο περιβάλλον.
Αδρά επιχρίσματα και πατητές τσιμεντοκονίες στους γήινους τόνους της άμμου και των βράχων, σε συνδυασμό με απαλούς μπλε και πράσινους τόνους της θάλασσας, των πεύκων και της ελιάς, στην επίπλωση και στα υφάσματα, μεταμορφώνονται από το φως του ήλιου που διέρχεται από τις καλαμωτές και τα ξύλινα σκίαστρα των όψεων, κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Στους λιγότερο εξωστρεφείς και φυσικά φωτιζόμενους χώρους της κατοικίας όπου το φυσικό φως είναι αδύναμο, προκειμένου να εξουδετερωθεί η ωχρότητά τους, ενισχύθηκε ο φυσικός τόνος των ξύλινων στοιχείων, το μπλε χρώμα έγινε πιο σκούρο και το πράσινο πιο φωτεινό, ώστε μέσα από την αντίθεσή τους με τους λευκούς τόνους δαπέδων και οροφών, να αποκτήσουν οι χώροι αυτοί μια ένταση τέτοια, που να ισορροπεί τη σχέση του μέσα με το έξω.
“Στο εσωτερικό των τεσσάρων δωματίων του ορόφου, μεγάλες επιφάνειες τοίχων διακοσμήθηκαν με αυθεντικά έργα, τα οποία διερευνούν τα στοιχεία που συνθέτουν το ελληνικό τοπίο και την ελληνικότητα”.
Για το κάθε δωμάτιο, επιλέχθηκε ένα διαφορετικό θέμα (η ροδιά, η ελιά, οι παπαρούνες, τα χελιδόνια και τα αγριολούλουδα), καθιστώντας τους χώρους μοναδικούς.
Υπήρξε θέληση για ένα αρχιτεκτονικά σχεδιασμένο περιβάλλον, απλό, χαλαρό και λιτό, με ισορροπημένο και όσο το δυνατόν διαχρονικό design, το οποίο να μην ανταγωνίζεται την ομορφιά και απλότητα του τοπίου αλλά να συνδιαλέγεται αρμονικά με αυτό και να δίνει τη δυνατότητα στους φιλοξενούμενους να νιώθουν σαν στο σπίτι τους.
Τέλος, με στόχο την μείωση του οικολογικού αποτυπώματος και της ενεργειακής επιβάρυνσης του κτιρίου, δημιουργήθηκε ένα πρωτοποριακό σύστημα συλλογής, τόσο των λυμάτων της κατοικίας, όσο και των όμβριων υδάτων, ανακύκλωσής τους και καθαρισμού τους μέσω φυσικών βιο-αντιδραστήρων και επαναχρησιμοποίησής τους, στην άρδευση της φυτικής γης.