Η έννοια του φωτισμού ασφαλείας στην Ευρώπη ξεκίνησε από τη Βρετανία με την υιοθέτηση της νομοθεσίας περί Υγιεινής και Ασφάλειας στην Εργασία (HealthandSafetyatWorkAct) το 1974, η οποία απαιτεί δράσεις σχετικά με την ασφάλεια των εργαζομένων. Η ασαφής αυτή αρχική απαίτηση ορίστηκε καλύτερα με την έκδοση της νομοθεσίας το 1992, η οποία προδιάγραψε την ύπαρξη φωτισμού ασφαλείας σε περίπτωση απώλειας του κανονικού φωτισμού.
Οι προδιαγραφές που πρέπει να πληροί ένα σύστημα φωτισμού ασφαλείας ορίστηκαν για πρώτη φορά το 1999, μέσω της ψήφισης των ΕΝ 1838 και BS 5266-1, το οποίο στη συνέχεια μετονομάστηκε σε ΕΝ 50172. Στην Ελλάδα ορίστηκε ξεκάθαρα το ΕΝ 1838 ως η βάση υλοποίησης μελετών για συστήματα φωτισμού ασφαλείας με την ψήφιση του Προεδρικού Διατάγματος 41/2018.
Σύμφωνα με το πρότυπο ΕΝ 1838, ο φωτισμός ασφαλείας αποτελείται, από δύο βασικά τμήματα: φωτισμός διαφυγής έκτακτης ανάγκης και εφεδρικός φωτισμός. Ο εφεδρικός φωτισμός επιτρέπει τη συνέχιση των κανονικών δραστηριοτήτων σε μία εγκατάσταση χωρίς κάποια διαφοροποίηση κατά την διάρκεια διακοπής της κανονικής παροχής, ενώ ο φωτισμός διαφυγής έκτακτης ανάγκης, με τη σειρά του, χωρίζεται σε τρεις διαφορετικές κατηγορίες: φωτισμός όδευσης διαφυγής, φωτισμός ανοιχτών περιοχών και φωτισμός περιοχών δραστηριοτήτων υψηλού κινδύνου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι έννοιες «φωτισμός ασφαλείας» και «φωτισμός διαφυγής έκτακτης ανάγκης» θεωρούνται ισοδύναμες.
Αρχικά, πρέπει να γίνει σαφές ότι ο φωτισμός ασφαλείας αποτελεί ένα σύστημα ασφαλείας (safety system) και η βασική λειτουργία του είναι να παρέχει φως από εφεδρική πηγή, σε περίπτωση απώλειας της κανονικής παροχής του κτιρίου. O βασικός πυλώνας κατά τη σχεδίαση και λειτουργία ενός συστήματος φωτισμού ασφαλείας είναι η προστασία της ανθρώπινης ζωής και δεν πρέπει να υποτιμάται.
Ειδικότερα, ο φωτισμός ασφαλείας παρέχει συγκεκριμένα οφέλη στους χρήστες μίας εμπορικής εγκατάστασης:
Έρευνες έχουν δείξει ότι όταν μία εγκατάσταση πληροί τις προδιαγραφές του ΕΝ 1838 (1 lx επίπεδο φωτισμού κατά μήκος της όδευσης διαφυγής) τότε οι χρήστες της εγκατάστασης μπορούν να κινούνται γρήγορα και χωρίς δισταγμό στον χώρο, σαν να υπήρχε διαθέσιμος ο κανονικός φωτισμός (P.B. Royce, 1985). Η ταχύτητα του πληθυσμού του κτιρίου μεταφράζεται σε μείωση του απαιτούμενου χρόνου εκκένωσης, τυχόν τραυματισμών ενώ δεν εμφανίζονται φαινόμενα πανικού λόγω συσκότισης.
Ο φωτισμός ασφαλείας, όπως προαναφέρθηκε, εμπεριέχει και την έννοια του φωτισμού όδευσης διαφυγής. Οι σύγχρονες εμπορικές εγκαταστάσεις, ιδιαίτερα τα εμπορικά κέντρα και οι εκτεταμένες ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις, χαρακτηρίζονται από μεγάλη πολυπλοκότητα και, ταυτόχρονα, την χρήση τους από πληθυσμό ο οποίος δεν είναι εξοικειωμένος με τον χώρο. Η σήμανση μίας ασφαλούς όδευσης διαφυγής παρέχει αρχικά την ψυχολογική επίδραση στον πληθυσμό ότι δεν είναι έρμαιο των συνθηκών (πυκνός καπνός, συσκότιση), βελτιώνοντας την ψυχολογία του και μειώνοντας τα φαινόμενα πανικού, ενώ ταυτόχρονα μειώνεται ο χρόνος που απαιτείται για την εκκένωση του κτιρίου. Ειδικά σε συνθήκες φωτιάς, ο μειωμένος χρόνος παραμονής στον χώρο σημαίνει λιγότερα ανθρώπινα θύματα, μιας και η πλειονότητα των θανάτων οφείλεται σε εισπνοή τοξικών καταλοίπων της καύσης (CO, NOx, HCN).
Μία συχνή παρανόηση είναι ότι ο φωτισμός ασφαλείας θεωρείται ως ξεχωριστός από τον κοινό φωτισμό και σχεδιάζεται απομονωμένα ή ως μέρος του συστήματος πυρανίχνευσης, μιας και υπάγεται νομοθετικά στα συστήματα ασφαλείας. Αυτή η πρακτική οδηγεί σε έλλειψη συντονισμού ανάμεσα στα δύο συστήματα με αποτέλεσμα , να μην υπάρχει ομοιομορφία και αρμονία στην εμφάνιση των δύο συστημάτων φωτισμού και, πιθανώς, στην αύξηση του κόστους.
Η παράλληλη σχεδίαση των δύο συστημάτων επιτρέπει τη συνέργεια μεταξύ του κοινού και του φωτισμού ασφαλείας, ενώ οδηγεί σε ένα αρμονικό εργασιακό περιβάλλον. Συγκεκριμένα, έρευνες (Jeongah Kim, 2021) (2) έχουν δείξει ότι ένα αρμονικό, καλλιτεχνικά σχεδιασμένο κατάστημα έχει θετικότερη επίδραση στην ψυχολογία του καταναλωτή σε σχέση με έναν παλαιικό ή ασύνδετο χώρο.
Πηγή φωτογραφίας: Olympia Electronics Α.Ε.
Επίσης, πρέπει να ληφθεί υπόψη, ότι (ειδικά σε εμπορικό ή ξενοδοχειακό χώρο) η ύπαρξη του φωτισμού ασφαλείας είναι καλύτερα να είναι όσο πιο διακριτική γίνεται, ώστε να μην υπάρχει αρνητική επίδραση στους χρήστες του χώρου. Παρόλα αυτά όμως, είναι αναγκαίο να τονιστεί ότι η σχεδίαση του φωτισμού ασφαλείας πρέπει να γίνεται πρωταρχικά ως ένα σύστημα ασφαλείας και σε δεύτερο ρόλο ως εσωτερικός διάκοσμος.
Καμία κτιριακή εγκατάσταση δεν είναι όμοια με την άλλη και ο φωτισμός ασφαλείας μπορεί να έχει επίδραση σε ή να επηρεάζεται από άλλα συστήματα, όπως συστήματα ελέγχου κοινού φωτισμού ή συστήματα ασφαλείας. Συγκεκριμένα, οι μεγάλες εμπορικές και ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις χρησιμοποιούν όλο και συχνότερα διευθυνσιοδοτούμενα συστήματα φωτισμού, ελέγχοντας την εγκατάσταση είτε μέσω dedicated συστημάτων, όπως το σύστημα ενσύρματου ελέγχου GR-7500/GR-6500 ή το σύστημα ασύρματου ελέγχου Phos 4.0 της OlympiaElectronics είτε στα πλαίσια ενός πιο κεντροποιημένου συστήματος ελέγχου όπως το KNX, με χρήση πρωτόκολλου DALI (Digital Addressable Lighting Interface).
Πηγή φωτογραφίας: Olympia Electronics Α.Ε.
Η χρήση διευθυνσιοδοτούμενων συστημάτων ελέγχου ικανοποιούν δύο βασικές απαιτήσεις:
Ότι ο εγκατεστημένος φωτισμός ασφαλείας θα είναι σε κατάσταση ώστε να ικανοποιεί τις απαιτήσεις λειτουργίας σε έκτακτη ανάγκη.
Ότι ο έλεγχος γίνεται στα κατάλληλα χρονικά διαστήματα, όπως απαιτείται από την νομοθεσία.
Επιπλέον, τα συστήματα ελέγχου φωτισμού ασφαλείας παρέχουν και τη δυνατότητα μείωσης του επιπέδου φωτισμού των φωτιστικών συνεχούς λειτουργίας (πινακίδες σήμανσης) σε περιοχές που δεν απαιτείται, όπως δωμάτια ξενοδοχείων που είναι άδεια ή εμπορικές εγκαταστάσεις εκτός ωραρίου, γεγονός που μειώνει τη κατανάλωση ενέργειας και το συναφές κόστος.
Επιπλέον, ο φωτισμός ασφαλείας, με το πέρασμα των χρόνων ακολούθησε τις εξελίξεις του κοινού φωτισμού, υιοθετώντας πρότυπα φωτοβιολογικής προστασίας (EN IEC 62471-7), χαμηλού αποτυπώματος άνθρακα και σύγχρονων πηγών παροχής ενέργειας (μπαταρίες Li).
Το πρότυπο ENIEC 62471 εξακριβώνει τη ασφάλεια όλων των ηλεκτρικών πηγών παροχής φωτισμού σε μήκη κύματος από 200 nm ή 3000 nm. Η εξέλιξη των πηγών φωτισμού και ιδιαίτερα η εισαγωγή των LEDs φωτισμού οδήγησε και στον διαχωρισμό του προτύπου EN IEC 62471 σε διαφορετικά πρότυπα. Τo ΕΝ IEC 62471-7:2023είναι η τελευταία έκδοση του προτύπου που αφορά πηγές φωτός και φωτιστικά που εκπέμπουν ορατή ακτινοβολία.
Η χρήση καταλλήλως περιβαλλοντολογικά πιστοποιημένων φωτιστικώνασφαλείας μπορεί να αυξήσει την βαθμολογία ενός κτιρίου κατά LEED, όπως η δυνατότητα να πληρούν το MaterialIngredients τμήμα του BuildingProductDisclosureandOptimization τμήμα του LEEDv4. Επίσης, προϊόντα που έχουν πιστοποιημένες πληροφορίες για τον κύκλο ζωής τους, μπορούν να προσφέρουν 1 ή 2 πολύτιμους πόντους στην αξιολόγηση κατά LEED.
Πηγή φωτογραφίας: Olympia Electronics Α.Ε.
Παρόλα αυτά, ίσως σημαντικότερη είναι χρήση σύγχρονων φωτιστικών τα οποία έχουν συνδυασμένα χαρακτηριστικά βελτιωμένης ενεργειακής απόδοσης και χρήσης προηγμένων μπαταριών Li. Οι μπαταρίες Li παρέχουν μειωμένο χρόνο φόρτισης, οπότε μειώνουν και τον χρόνο στον οποίο ο χώρος δεν προστατεύεται από φωτισμό ασφαλείας ενώ ο υψηλός βαθμός εκφόρτισης τους τις κάνει κατάλληλες για να δώσουν άμεσα ενέργεια, μειώνοντας τον χρόνο μεταγωγής σε κατάσταση ασφαλείας.
Η αναγκαιότητα του φωτισμού ασφαλείας είναι εμφανής, γεγονός που φαίνεται και στα πρόσφατα νομοθετήματα, από την Πυροσβεστική Διάταξη Π.Δ. 15/2014, όπου πρωτοεμφανίστηκε στην Ελλάδα η τωρινή μορφή του μέσω της εισαγωγής του ΕΝ 1838, μέχρι και σήμερα. Ο φωτισμός ασφαλείαςείναι ένα απαραίτητο τμήμα μίας σύγχρονης εγκατάστασης, εξασφαλίζοντας τον απαιτούμενο φωτισμό και οδηγίες σε συνθήκες κινδύνου. Με αυτόν τον τρόπο παρέχει ένα αναγκαίο αίσθημα ασφάλειας στον πληθυσμό του χώρου, είτε πρόκειται για εργαζόμενους είτε για πελάτες ή ένοικους, ενώ προστατεύει το υπέρτατο αγαθό, την ανθρώπινη ζωή.
Άρθρο του Αθανάσιου Ελευθερούδη | Διπλωματούχου Ηλεκτρολόγου Μηχανικού & Μηχανικού Η/Υ | Τμήμα Ηλεκτρολογικών Μελετών στην εταιρεία Olympia Electronics Α.Ε.