Στην καρδιά του ιστορικού και εμπορικού κέντρου της Αθήνας, σε μία μοντέρνα πολυκατοικία του ‘60, ο αρχιτέκτονας Κωνσταντίνος Μπούρας σχεδίασε ένα ατελιέ τέχνης, δημιουργώντας έναν διαμπερή χώρο ελεύθερης κάτοψης που επιτρέπει απρόσκοπτη χωρική και λειτουργική ροή.
Το ατελιέ προέκυψε από την συνένωση δύο διαμερισμάτων συμβατικής κάτοψης σε μία αλληλουχία ανοιχτών χώρων, προκειμένου να εξυπηρετήσει τις νέες ανάγκες χρήσης ως ένα δημιουργικό περιβάλλον για ζωγραφική και γλυπτική.
Από την άλλη πλευρά του βασικού εργαστηρίου, ένας όμορος μικρότερος χώρος φιλοξενεί βιβλιοθήκη και ντουλάπια για αρχείο, ενώ μπορεί να χρησιμοποιηθεί και αυτός ως εργαστήριο – καθώς οι δύο πόρτες που υπάρχουν έχουν καλυφθεί με ανοιγόμενα πανέλα, ώστε να ενσωματώνονται στην όψη ως ωφέλιμες κάθετες επιφάνειες εργασίας ή και έκθεσης έργων.
Οι κουζίνες των δύο διαμερισμάτων καταργήθηκαν και στη θέση της μίας, δημιουργήθηκε αποθηκευτικός χώρος για καμβάδες, υλικά και εργαλεία – εκεί η εντοιχισμένη μαρμάρινη πλάτη του πάγκου παρέμεινε ως ίχνος.
Ένα βασικό ζήτημα στο σχεδιασμό ήταν ο έλεγχος της διάχυσης του φωτόςτου έντονου αττικού ήλιου, καθώς ο χώρος έχει νοτιοανατολικό προσανατολισμό και συνεχή μεγάλα ανοίγματα στην όψη, μέσω των οποίων ανακλάται το φυσικό φως στο εσωτερικό.
Η επίλυση έγινε με την τοποθέτηση ενός συστήματος μεταλλικών περσίδων, οι οποίες ρυθμιζόμενες σε διαφορετικές θέσεις, ανάλογα με την ώρα της ημέρας και την εποχή, φιλτράρουν το εισερχόμενο φυσικό φως και δημιουργούν έμμεσο φωτισμό, ιδανικό για την εικαστική παραγωγή. Ταυτόχρονα, μέσω της ρύθμισης τους σε διάφορες θέσεις, γίνεται η διαχείριση της περιμετρικής θέας και η συνδιαλλαγή του χώρου με το αστικό τοπίο της πόλης.
Η δυνατότητα για συνεχή αναδιαμόρφωση του εργαστηρίου ήταν επίσης ένα ζητούμενο στο σχεδιασμό. Τα βοηθητικά έπιπλα έγιναν τροχήλατα, ώστε να μετακινούνται εύκολα, ανάλογα με τις ανάγκες της εργασίας.
Σε μία υπάρχουσα μεταλλική συρταριέρα σχεδίων τοποθετήθηκαν ροδάκια και ένα ξύλινο καπάκι, οπότε και μετατράπηκε σε ένα ευέλικτο τραπέζι που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε οποιαδήποτε μεριά του εργαστηρίου ως πάγκος εργασίας ή ως τραπέζι συνεργασίας κοκ.
“Τροχήλατοι κύβοι που μπορεί να χρησιμοποιούνται είτε ως καθίσματα, είτε για αποθήκευση, είτε ως μικρές επιφάνειες εργασίας, βρίσκονται διάσπαρτοι στο χώρο”.
Η χρήση ενός ενιαίου χρώματος στους τοίχους και τo ταβάνι και ενός χρώματος κοντινής τονικότητας στο δάπεδο, δημιούργησε έναν ατμοσφαιρικό γλυπτικό χώρο που καθώς λούζεται από το άμεσο ή έμμεσο φυσικό φως, διαχέει τα τυπικά όρια μεταξύ πατώματος, τοίχων και ταβανιού, δημιουργώντας έτσι έναν λευκό καμβά για την τέχνη.