Σε οικόπεδο ελεύθερο στις τρεις όψεις του, που εξηγεί την απόδοση στο οικοδομικό τετράγωνο του τοπωνύμιου Μεσονήσι, στην αστική (URBAN) περιοχή του Αγίου Δημητρίου Αττικής, μελετήθηκε και κατασκευάστηκε από το γραφείο Koutsikos Urban Development, τριώροφο κτίριο κατοικιών με υπόγειο και φυτεμένο δώμα.
Ένα κουτί (BOX)απαντά στο αίτημα για συνομιλία με το αστικό περιβάλλον, ενώ την απόλυτη γεωμετρία της χειρονομίας εμπλουτίζουν πρισματικοί όγκοι, που προσθαφαιρούμενοι στον κύβο, αφενός δημιουργούν ημιυπαίθριους χώρους και αφετέρου ένα κεντρικό γωνιακό εξώστη που εξασφαλίζει απρόσκοπτη θέα στο άλσος ως ένα περισκόπιο (PERISCOPE).
Τα κατακόρυφα υαλοστάσια από τη στάθμη εισόδου ως την απόληξή του κεντρικού κλιμακοστασίου, είναι δηλωτικά της θέσης τους στον όγκο του κτιρίου και «χαράσσουν» στη βόρεια όψη έναν ισχυρό άξονα συμμετρίας. Η επικλινής απόληξη του κλιμακοστασίου, δεσπόζουσα στη δυτική όψη, έχει αντιστικτική λειτουργία προς την κυριαρχία της ορθής γωνίας στο σχεδιασμό.
Η ευελιξία του κτιρίου, προκειμένου να καλύπτει τις ανάγκες τόσο στο παρόν, όσο και στο ενδεχόμενο εναλλακτικού σεναρίου κατοίκησης στο μέλλον, αποδεικνύεται αφού σχεδιάστηκε για πέντε ανεξάρτητα διαμερίσματα, με το κτίριο να αξιοποιείται σήμερα ως μια ενιαία κατοικία, με εξαίρεση τα δύο ισόγεια διαμερίσματα, με ανεξάρτητες εισόδους και εκτόνωση στο ανατολικό και δυτικό προκήπιο αντίστοιχα.
Στην πρώτη στάθμη διατάσσονται χώροι φαγητού, κουζίνας, υγιεινής και ύπνου (master), ενώ ο χώρος διημέρευσης, διπλού ύψους, είναι λειτουργικά συνδεδεμένος με εσωτερικό εξώστη, μέσω κλίμακας με ξύλινα προβολικά πατήματα. Η εσωτερική κλίμακα εντείνει την εντύπωση αιώρησης του εξώστη πάνω από το χώρο διημέρευσης.
Στη δεύτερη στάθμη, διατάσσονται χώροι ύπνου και υγιεινής, οι οποίοι συνδέονται με την υποκείμενη στάθμη αποκλειστικά μέσω του κεντρικού κλιμακοστασίου. Η επιλογή αυτή προσφέρει τη δυνατότητα κατοίκησής τους ως εάν ήταν ανεξάρτητο διαμέρισμα.
Στο δώμα του κτιρίου, προσβάσιμο μέσω του κεντρικού κλιμακοστασίου, αλλά και του ανελκυστήρα, όπως οι υποκείμενες στάθμες, ξεδιπλώνεται απρόσκοπτη θέα μέχρι τη θάλασσα. Διαιρείται σε τέσσερις διακριτούς τομείςόπου αφενός φιλοξενούνται οι ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις και οι ηλιακοί συλλέκτες, αφετέρου δύο από τις λοιπές τρεις ζώνες αποδίδονται σε φύτευση και έχουν μαλακό δάπεδο, ενώ η κεντρική περιοχή του δώματος (διημέρευση – φαγητό) καλύπτεται από ξύλινο πάτωμα (deck) σε ενιαία στάθμη με τις γειτονικές και σκιάζεται με πέργκολα.
Στην υπόγεια στάθμη βρίσκουμε θέσεις στάθμευσης, αποθήκη και διαμέρισμα το οποίο μπορεί να αξιοποιηθεί συμπληρωματικά ως ξενώνας, όπου ο φυσικός φωτισμός και αερισμός εξασφαλίζονται από cour– anglaise. Η ανάδειξη της αδρότητας του γυμνού σκυροδέματος των τοιχίων, που φωτίζεται από ψηλά, συμπληρώνει την αίσθηση της οικειότητας και της απτικής σχέσης με τη γη, σε αντίθεση με τη στιλπνότητα και καθαρή λευκότητα της ανωδομής.
Δύο ευθύγραμμοι κλάδοι ανά όροφο και μεγάλο πλατύσκαλο ανάμεσα τους, εξασφαλίζουν άνεση και ασφάλεια στο κλιμακοστάσιο, ενώ τα κατακόρυφα ανοίγματα με τα οποία στοιχίζονται, καδράρουν τη θέα προς το άλσος κατά την ανάβαση και την κατάβαση. Μεταξύ των λεπτομερειών που μελετήθηκαν για την ανάδειξη του συγκεκριμένου κλιμακοστασίου ξεχωρίζουν η σκοτία μεταξύ ριχτιού και πατήματος από μάρμαρο Διονύσου, η διακριτική προβολή των πατημάτων και των ριχτών προς το φανάρι και η δημιουργία σχισμής ανάμεσα στο πλατύσκαλο και τον τοίχο, διαμέσου της οποίας διαχέεται το φως.
Τα μεγάλα υαλοστάσια, ενιαίο υλικό κάλυψης δαπέδου με συνεχείς αρμούς μέσα και έξω, καθώς και η προβολική ποδιά του τζακιού που συνεχίζει στον εξώστη ως κάθισμα, δημιουργώντας την εντύπωση της διάτρησης, είναι επιλογές που υπογραμμίζουν τη συνέχεια αυτή και εξαϋλώνουν το όριο ανάμεσα στο μέσα και το έξω.
Οι αρχές βιοκλιματικού σχεδιασμού, καθόρισαν τη συνθετική διαδικασία, την επιλογή υλικών και την αποκρυστάλλωση λεπτομερειών. Τα ανοίγματα σε χώρους κύριας χρήσης στο Βορρά ελαχιστοποιούνται, ενώ οι χώροι ύπνου, διαταγμένοι στην ανατολή, έχουν τα ανοίγματά τους σε εσοχή, για λόγους σκίασης, χωρίς την ανάγκη για μηχανικό μέσο ηλιοπροστασίας που θα αλλοίωνε την όψη του κτιρίου. Στη δυτική όψη, σύστημα κατακόρυφων κινητών μεταλλικών περσίδων συνδυάζει το πλεονέκτημα της προστασίας από τον ήλιο, με το άνοιγμα προς το ηλιοβασίλεμα. Η επιδερμίδα του κτιρίου αποτελείται από σύστημα θερμοπρόσοψης, και τέλος, το φυτεμένο δώμα πολλαπλασιάζει τα ενεργειακά οφέλη, με επιλογές φύτευσης συμβατές με το κλίμα της περιοχής.
Η χρωματική παλέτα που επιλέχθηκε για το κτίριο συνάδει με τη συνθετική οικονομία που παρουσιάστηκε. Το σώμα του κτιρίου είναι λευκό, επιλογή που ακολουθείται και στο εσωτερικό, σε πόρτες, κουζίνα και ερμάρια. Οι όγκοι που δημιουργούν εσοχές και εξοχές στον κυρίαρχο κύβο έχουν διακριτή ταυτότητα και χρώμα ανθρακί, το οποίο επεκτείνεται στα δάπεδα και τα κουφώματα αλουμινίου. Η επιλογή αυτή των σκουρόχρωμων προφίλ αποδυναμώνει επιπλέον το όριο κατά τη διάρκεια της ημέρας. Οι ξύλινες λεπτομέρειες, στα ντουλάπια και τη σκάλα προς τον εσωτερικό εξώστη, προτείνουν μια ευχάριστη αντίθεση.
Ο φωτισμός του κτιρίου υπαγορεύθηκε από τις ανάγκες άνεσης και ασφάλειας με την πρόβλεψη πολλαπλών φωτεινών πηγών διαφορετικών ειδών και εντάσεων, με ανεξάρτητα ανάμματα, προκειμένου να εξυπηρετούνται τα πολλαπλά σενάρια ζωής στο χώρο. Συγχρόνως, η εικόνα του κτιρίου τη νύχτα αποτελεί μια δήλωση της κεντρικής συνθετικής ιδέας, με τον άξονα συμμετρίας στη βόρεια όψη να ισχυροποιείται μέσω του φωτός που διαχέεται από τα κατακόρυφα ανοίγματα και το άπλετο φως στη βορειοδυτική γωνία να πρωταγωνιστεί. Ένα μάτιπου κοιτάζει την πόλη μέσα από περισκόπιο.