Το αρχιτεκτονικό γραφείο exarchopoulos + architects ανέλαβε να δώσει νέα ταυτότητα σε μια πολυκατοικία, που αποτελεί εξαιρετικό υλοποιημένο έργο του Αθηναϊκού Μοντερνισμού, που σχεδίασε αρχικά ο αρχιτέκτονας Εμμανουήλ Βουρέκας. Η τριώροφη αυτή πολυκατοικία βρίσκεται κοντά στο ιστορικό οικοδομικό συγκρότημα του Ασύλου Ανιάτων στην Κυψέλη και κατασκευάστηκε με κάποιες τροποποιήσεις, σε δύο φάσεις: το 1955 το ισόγειο και ο πρώτος όροφος και το 1961 ο δεύτερος όροφος. Διαθέτει δύο όψεις με εξώστες μικρού βάθους, με τη βόρεια εξ αυτών να είναι στραμμένη προς τον μικρό ναό του Αγίου Νικολάου.
«Σε αυτό το έργο – και με την αμέριστη συμβολή των ιδιοκτητών – μπορέσαμε να εφαρμόσουμε για άλλη μια φορά τις αρχές μας στην ανακαίνιση και ταυτόχρονη τροποποίηση υφιστάμενων κατασκευών. Κάθε μας κίνηση ήταν ένα ζύγισμα του κατά πόσον ένα στοιχείο πρέπει να συντηρηθεί, να αντικατασταθεί ή να απομακρυνθεί, λαμβάνοντας υπ‘ όψιν την ισορροπία κόστους, λειτουργικότητας και αισθητικής αξίας. Το τελικό αποτέλεσμα είναι μία δήλωση έναντι του εφήμερου και επιφανειακού, μία ανάδειξη των ποιοτήτων του κτηρίου και μία συμβολή στο να διατηρηθεί μια συνέχεια στην ιστορία της πρωτεύουσας, μιας και η πολυκατοικία μπορεί να ενταχθεί στην αρχιτεκτονική κατηγορία του “Αθηναϊκού Μοντερνισμού”, όπως αυτή έχει γίνει ευρύτερα γνωστή τα τελευταία χρόνια», αναφέρουν η Έλενα Εξαρχοπούλου και ο Πάνος Γερακάκης, που υπογράφουν το project.
“Το έργο αφορά σε ανακαίνιση των διαμερισμάτων, συμπεριλαμβανομένου του δώματος, που χρησιμοποιείται ως χώρος εξωτερικής διαμονής, του κλιμακοστασίου και των δύο όψεων”.
«Πραγματοποιήσαμε ανακαινίσεις και εκσυγχρονισμό όλων των εγκαταστάσεων, ηλεκτρολογικών και υδραυλικών, καθώς και των κουζινών και των λουτρών. Διατηρήσαμε και αποκαταστήσαμε όλες τις επιφάνειες μωσαϊκών και μαρμάρου, όλα τα αυθεντικά εσωτερικά κουφώματα και ξύλινα δάπεδα. Στα λουτρά και τις κουζίνες, αφού ανακαινίσαμε τα υδραυλικά τους, κατασκευάσαμε εκ νέου μωσαϊκά δάπεδα.
Στους χώρους αυτούς προσδώσαμε μια εικόνα που περιέχει την ανάμνηση της εποχής κατασκευής του κτηρίου, με χρωματιστά πλακίδια μικρών διαστάσεων επί των τοίχων και βαφή των άνω τμημάτων με ριπολίνες που παραπέμπουν στις παλαιές λαδομπογιές. Τις δε ντουζιέρες κατασκευάσαμε από μωσαϊκό», περιγράφουν οι αρχιτέκτονες.
Στα δε υφιστάμενα μάρμαρα στην είσοδο και το κλιμακοστάσιο έγινε πλήρης αποκατάσταση ενώ σε όλο το κτίριο διατηρήθηκαν και, όπου ήταν απαραίτητο, αποκαταστάθηκαν τα φωτιστικά της εποχής με τις κεραμικές τους βάσεις. Παράλληλα έγινε γείωση για το σύνολο της ηλεκτρικής εγκατάστασής.
“Στο δώμα έγινε πλήρης υγρομόνωση και πλακόστρωση, με τον χώρο να αποτελεί έναν μικρό κρυμμένο παράδεισο, περιβαλλόμενο από φυτά. Σε ό,τι αφορά στις όψεις, το αρχιτεκτονικό γραφείο βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα που αφορά σε όλες τις όψεις, που διαθέτουν πελεκητό επίχρισμα, αρτιφισιέλ: απλό καθάρισμα με υδροβολή ή χρωματισμός;”
«Επειδή η πλύση αποκάλυψε επιφάνειες σημαντικά επιβαρυμένες από τους ρύπους του αέρα, οι οποίοι είχαν εισχωρήσει στη μάζα του επιχρίσματος επί δεκαετίες σε ρωγμές, κάτω από μαρμαροποδιές κ.τ.λ., καταλήξαμε τελικώς στη λύση της βαφής. Γι‘ αυτήν την εργασία προσεγγίσαμε με φασματόμετρο την αρχική απόχρωση του επιχρίσματος, ενώ, στην κάτω ζώνη, στο ισόγειο, εφαρμόσαμε επιλέον υλικά anti‐graffiti», απαντούν η Έλενα Εξαρχοπούλου και ο Πάνος Γερακάκης.
Τέλος, διατηρήθηκαν και αποκαταστάθηκαν τα εξωτερικά ξύλινα κουφώματα στην πλειονότητά τους καθώς και τα ξύλινα ρολά. Ανακαινισμένο πλέον το κτήριο εκπέμπει θετικά στο γύρω του περιβάλλον συμβάλλοντας στην αναβάθμιση αυτής της γειτονιάς στην Κυψέλη.