Τα διατηρητέα όμορα κτήρια βρίσκονται στη συμβολή των οδών της Πλ. Αγ. Ειρήνης 11 και 12 & Αιόλου αρ. 34 και είναι αντιπροσωπευτικά δείγματα των οικιών που κτίστηκαν στις αρχές του 19ου αιώνα και σώζονται μέχρι σήμερα.
Τα κτήρια ανήκουν σήμερα στο ΧατζηκυριάκειοΊδρυμα και προήλθαν από κληροδοτήματα του γνωστού βιομήχανου και εμπόρου κ. Χατζηκυριάκου, ο οποίος διατηρούσε την κατοικία του σε αυτά επί σειρά ετών στα τέλη του 19ου αιώνα.
Το ενοποιημένο κτήριο έχει σήμερα συνολικό εμβαδόν 949 τ.μ. περίπου και αποτελείται από ένα τριώροφο και ένα διώροφο κτήριο που χρονολογούνται στις αρχές του 19ου αιώνα.
“Το δομικό τους σύστημα αποτελείται από σύμμικτη δόμηση φέρουσας λιθοδομήςκαι οπτοπλινθοδομής, ενώ τα πατώματα αποτελούνται από φέροντες ξύλινες δοκούς”.
Οι όψεις παρουσιάζουν συμμετρία με ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά, μορφολογικά, τυπολογικά στοιχεία και φέρουν ορισμένα χαρακτηριστικά όψιμου κλασικισμού κτηρίων αντίστοιχης εποχής στην Αθήνα.
Η κεντρική ιδέα του σχεδιασμού ήταν αφενός η ανάδειξη του ιστορικού χαρακτήρα των κτηρίων με την διατήρηση και αποκατάσταση όλων εκείνων των μορφολογικών και τυπολογικών στοιχείων που μαρτυρούν τις φάσεις στον σχεδιασμό και την αρχιτεκτονική των πρώτων κτηρίων του νέου ελληνικού κράτους (αρχές – μέσα του 19ου αιώνα), αφετέρου η παράδοση ενός δομημένου κτηριακού συνόλου που θα εξυπηρετεί τις σύγχρονες προδιαγραφές για τις χρήσεις που προορίζεται.
Η μελέτη αποκατάστασης των κτηρίων με τη διατήρηση του κελύφους, με καταγεγραμμένες τις διάφορες ιστορικές φάσεις και την επαναλειτουργία τους, αποτέλεσε το βασικό άξονα σχεδιασμού, ώστε ο επισκέπτης να αντιλαμβάνεται την διαλεκτική σχέση ανάμεσα στο παλαιό και το σύγχρονο των κτηρίων.
Στο ισόγειο εντάχθηκαν καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, στο υπόγειο βοηθητικοί χώροι, ενώ οι όροφοι και το δώμα διαμορφώθηκαν με τέτοιο τρόπο ώστε να λειτουργούν ως χώροι φιλοξενίας επισκεπτών – ξενοδοχείο.
Κύρια χαρακτηριστικά τη αρχιτεκτονικής των κτηρίων που αναδείχθηκαν είναι η όψη του τριώροφου κτηρίου που παρουσιάζει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όψιμου νεοκλασσικισμού, το εσωτερικό αίθριο του ίδιου κτηρίου όπου δεσπόζουν τα επιβλητικά αψιδωτά ανοίγματα επηρεασμένα από την υστεροβυζαντινή αρχιτεκτονική, ο ζωγραφικός διάκοσμος που σώθηκε στην είσοδο – διάδρομο του κτηρίου με τις ασύμμετρες εσοχές-κόγχες εκατέρωθεν του διαδρόμου καθώς και ο διάκοσμος του ισογείου του ίδιου κτηρίου.
Επιπλέον οι περίτεχνες ξυλοδεσιές στο εσωτερικό των κτηρίων και περιμετρικά με τα όμορα κτήρια καθώς και οι ξύλινοι πεσσοί – ορθοστάτες εκατέρωθεν των εσωτερικών ανοιγμάτων είναι χαρακτηριστικά τη εποχής εκείνης όπως επίσης η τεχνοτροπία τύπου «μπαγδατί» τόσο στα κάθετα εσωτερικά χωρίσματα όσο και στις οροφές και η τεχνοτροπία κατασκευής τη στέγης με τα παραδοσιακά ξύλινα ζευκτά.
Παράλληλα, οι οροφές των υπογείων με την παραδοσιακή τεχνική των ημιθολίωναπό μεταλλικά στοιχεία και πλινθοδομή είναι αξιοσημείωτες καθώς και οι μαρμάρινοι λαξευμένοι όγκοι που χρησιμοποιήθηκαν από σπόλια άλλων κτηρίων που βρίσκονται ένθετα στην τοιχοποιία των κτηρίων.
Σημαντικό ρόλο διαγραμματίζει η τεχνοτροπία κατασκευής πρεκιών στα υπέρθυρα των ανοιγμάτων από συμπαγείς πλίνθους όπως επίσης και οι εσοχές – κόγχες στην τοιχοποιία που αργότερα φράχθηκαν και μαρτυρούν την εξυπηρέτηση θρησκευτικών αναγκών των κατοίκων.
Μια επιβλητική σκάλα με ξύλινα κιγκλιδώματα, δεσπόζει στην κεντρική είσοδο του τριώροφου κτιρίου και μαζί με το ζωγραφικό διάκοσμο της οροφής της εισόδου και το επιβλητικό αίθριο, εντυπωσιάζουν τον επισκέπτη του κτηρίου, δίνοντας μια εξαιρετική ποιότητα στο χώρο αλλά και μια αίσθηση, που μόνον τέτοιου είδους κτήρια αποπνέουν.
Στο ισόγειο του διώροφου κτηρίου καθαιρέθηκαν όλα τα εσωτερικά χωρίσματα με μόνη εξαίρεση τμήμα τοιχοποιίας το οποίο διατηρείται για να μαρτυρά την παλαιά λιθόκτιστη κατασκευή και να ενοποιείται το παλιό με το νέο αρμονικά, έτσι δημιουργείται ένας ενιαίος χώρος καταστήματος.
Πραγματοποιήθηκε επισκευή και ενίσχυση όλων των τοιχοποιιών, αντικατάσταση και ενίσχυση των φθαρμένωνξύλινωνκαιμεταλλικώνδοκών. Έγινε αποκατάσταση της στέγηςκαισυντήρηση των ξύλινωνστοιχείων (ζευκτών). Επιπλέον αποκαταστάθηκαν και ανακατασκευάσθηκαν όλα τα ξύλινα κουφώματα, καθώς και τα ξύλινα δάπεδα λόγω εκτεταμένης φθοράς, από νέα όμοια με τα παλαιά.
“Η αρχιτεκτονική πρόταση διαμόρφωσης των όμορων διατηρητέων κτιρίων, είναι μια πρόταση που σέβεται την ταυτότητα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των δύο ενοποιημένων κτιρίων”.