Το NYU (New York University) αποκτά μόνιμη έδρα στο Κολωνάκι, σε τριώροφο νεοκλασικό κτίριο, στεγάζοντας το Ερευνητικό Ινστιτούτο του. Στόχος να αποτελέσει χώρο εκπαίδευσης και πολιτισμού για καθηγητές και μεταπτυχιακούς φοιτητές που επιθυμούν να κάνουν έρευνα πάνω στη μακραίωνη πολιτιστική ιστορία του τόπου αλλά και στη σύγχρονη πραγματικότητα, κοινωνική, πολιτιστική, οικονομική. Το ‘Πρόγραμμα Ελληνικών Σπουδών’ του NYU ιδρύθηκε και οργανώνεται από το 1998 μέχρι σήμερα από τη διευθύντρια του, Λιάνα Θεοδωράτου.
Αντικείμενο του τεχνικού έργου, ο εκσυγχρονισμός ενός κτιρίου που είχε ήδη ενισχυθεί και ανακαινιστεί τη δεκαετία του ’90 για άλλη χρήση – εμπορική. Σημερινό όραμα του νέου χρήστη, η ανάδειξη του νεοκλασικού χαρακτήρα του κτιρίου και η δημιουργία ελκυστικών χώρων με διεθνείς προδιαγραφές εκπαίδευσης που να καλύπτουν τις προγραμματικές ανάγκες του Πανεπιστημίου.
Η άρθρωση μεταξύ ενός κελύφους με νεοκλασική όψη – που έχει αποβάλει με τα χρόνια τα εσωτερικά του χαρακτηριστικά – και ενός λιτού, «μίνιμαλ» εσωτερικού χώρου που επιδιώκει να εκπέμπει μια σύγχρονη αντίληψη και αισθητική χώρου εργασίας, και μελέτης. Η σύζευξη δηλαδή μεταξύ αθηναϊκού και διεθνούς χαρακτήρα.
Η αναβάθμιση αρχιτεκτονική και λειτουργική του, δημιουργώντας χώρους ελκυστικούς και φιλικούς, ανοιχτούς η διάφανους που προωθούν τη συνεργασία και συναναστροφή, που πληρούν συνθήκες άνεσης και ασφαλείας, ανταποκρινόμενοι στις προδιαγραφές ενός μεγάλου πανεπιστημίου.
Η δημιουργία χώρων με ταυτότητα, με συνεπή αρχιτεκτονική γλώσσα όπου κυριαρχούν οι λιτές δυναμικές γραμμές, με επιλεκτικό ζεστό και δηλωτικό φωτισμό, με ισχυρή αίσθηση της υλικότητας και με λειτουργική, ευχάριστη και δημιουργική επίπλωση.
Αποτέλεσμα αυτών των κυρίαρχων κατευθύνσεων ήταν να δημιουργηθούν διακριτοί χώροι όπου:
στο χώρο εισόδου του κτιρίου – τόσο στο ισόγειο όσο και στην κάτοψη – κυριαρχεί η ατρακτοειδής μορφή, η οποία δημιουργήθηκε για να παραλάβει τη διαγώνιο κίνηση προς το κλιμακοστάσιο.
Ειδικότερα, η μια πλευρά της ατράκτου, η εσωτερική, είναι επενδυμένη με ξύλο, δημιουργώντας ένα ζεστό και φιλόξενο περιβάλλον προσκαλώντας τον επισκέπτη και χρήστη να διεισδύσει στην καρδιά του κτιρίου. Η δεύτερη διαμορφώνεται από γυψοσανίδα και υαλοστάσια που επιτρέπουν την οπτική επαφή με τον όμορο χώρο του foyer/καθιστικού.
Στους κοινόχρηστους χώρους ισογείου και υπογείου – όπου αναπτύσσονται χώροι διαλέξεων και συνεύρεσης, κυριαρχούν η ευελιξία των διατάξεων, η αντοχή των υλικών στην καταπόνηση (βιομηχανικό δάπεδο), το χρώμα και η ελαφρότητα των διατάξεων.
Στους ορόφους – όπου αναπτύσσονται οι χώροι μελέτης – χαρακτηριστική είναι η ενότητα και συνοχή των χώρων, η φωτεινότητα και διαπερατότητα, χρησιμοποιώντας ενιαία αρχιτεκτονική και αισθητική γλώσσα.
Στο δώμα, όπου αναπτύσσεται σαν μια κλασική αθηναϊκή «ταράτσα» με φυτά της Αττικής, με τραπεζάκια έξω και μικρό χώρο προβολών, κυριαρχεί η ίδια η πόλη, με τις μυρωδιές και τα χρώματά της. Η αρχιτεκτονική υποτάσσεται και ανοίγεται στο άμεσο περιβάλλον.
Στον επιμέρους σχεδιασμό των χώρων, ενδιαφέρον παρουσιάζουν ο διάλογος και οι δυναμικές χαράξεις των υλικών που διαπερνούν το κτίριο: Έτσι, τα ελαφρά υάλινα χωρίσματα, επιτρέπουν τις οπτικές φυγές και αναδεικνύουν τη λειτουργία των χώρων, τα πετάσματα γυψοσανίδας λειτουργούν σαν διακριτές επιφάνειες εν μέσω υαλοστασίων, οι ειδικές ξύλινες επενδύσεις που περιβάλλον και ορίζουν τον πυρήνα του κτιρίου, προσδίδουν την επιδιωκόμενη αδρότητα και φυσικότητα που συνδιαλέγεται με τα έπιπλα και τον εξοπλισμό (βιβλιοθήκες, ράφια).
Τέλος, η εναλλαγή των υφών στο δάπεδο, μεταξύ εποξειδικού δαπέδου στους κοινόχρηστους χώρους και ειδικού βινυλικού σε πιο ιδιωτικούς χώρους μελέτης και συνεύρεσης καθηγητών-ερευνητών, οριοθετούν – σε συνδυασμό με τα χωρίσματα και τον φωτισμό – τις λειτουργίες των διακριτών χώρων.
Εικαστικά, ο εσωτερικός χώρος συμπληρώνεται και ζωντανεύει μέσα από επιλεγμένες μαγευτικές φωτογραφίες του μεγάλου φιλέλληνα φωτογράφου Robert McCabe, επιδιώκοντας την ανάκληση της ιστορικής μνήμης, τη σύνδεση με τον τόπο, την πολιτιστική φόρτιση.
Ας ευχηθούμε, το ελληνικό φως να διαχέεται στους χώρους και στις ψυχές των νέων ερευνητών, αποτελώντας πηγή έμπνευσης, προωθώντας τη γνώση, την ανταλλαγή ιδεών και πνευματικών αγαθών.