Η παρούσα αρχιτεκτονική μελέτη αφορά στην ανέγερση μίας εξοχικής κατοικίας λίγο έξω από το χωριό Βλαχερωνίτισσα Χανίων. Το οικόπεδο, στο οποίο σχεδιάζεται η κατοικία είναι ένας, ελαφρώς επικλινής, ελαιώνας έκτασης τεσσάρων στρεμμάτων. Πρόκειται για μία κατοικία με εμβαδόν ισογείου 190,00 τ.μ. και εμβαδόν υπογείου 95,00 τ.μ.
Βασική συνθετική ιδέα αποτέλεσαν οι δύο πέτρινοι και, κάθετοι μεταξύ τους, τοίχοι οι οποίοι οργανώνουν την κατοικία και λειτουργούν σαν φίλτρα μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού χώρου.
Ο πρώτος τοίχος είναι αυτός που διαχωρίζει το χώρο στάθμευσης και τη διπλανή ιδιοκτησίααπό το χώρο του σπιτιού ενώ παράλληλα προστατεύει το κτίσμα από το βορρά.
Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται μία ομαλή και σταδιακή μετάβαση από το εξωτερικό περιβάλλον στον μικρόκοσμο του σπιτιού. Δύο όγκοι που «διαπερνούν» τον έναν από τους δύο τοίχους οργανώνουν τους χώρους και τις κινήσεις της οικίας.
“Στόχος της μελέτης είναι η όσο το δυνατόν μικρότερη παρέμβαση στη μορφολογία και τα χαρακτηριστικά του οικοπέδου, καθώς και η διατήρηση του ήδη υπάρχοντα ελαιώνα”.
Για το λόγο αυτό, η κατοικία οργανώνεται σε επίπεδα που ακολουθούν τις υψομετρικές καμπύλες του εδάφους, ενώ αποψιλώνονται μόνο όσα ελαιόδεντρα βρίσκονται στο σημείο που τοποθετείται η κατοικία.
Όσον αφορά την εσωτερική οργάνωση της κατοικίας, οι χώροι που σχεδιάζονται έχουν αναφορές στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική που συνδυάζεται άριστα με τις σύγχρονες τάσεις στο χώρο του design.
Στον εξωτερικό χώρο τοποθετείται κολυμβητική δεξαμενή εμβαδού 55,00 τ.μ. ενώ γίνονται οι ελάχιστες δυνατές παρεμβάσεις και διαμορφώσεις. Τα όρια μεταξύ χτισμένου και φυσικού περιβάλλοντος είναι εντελώς διακριτά επιδιώκοντας την άμεση επαφή του χρήστη με τη φύση.
Τα δάπεδα του εξωτερικού χώρου διακόπτονται από το χώμα και τη φυσική χλωρίδα του οικοπέδου ενώ τα ελαιόδεντρα συμβάλλουν στη διαμόρφωση του μικροκλίματος της κατοικίας.