Υπό την ώθηση της τεχνολογικής καινοτομίας, η δημιουργία τρισδιάστατων μοντέλων δομικών πληροφοριών (3D BIM) κερδίζει έδαφος και αναδεικνύεται ως η κυρίαρχη μέθοδος εκπόνησης και παράδοσης μελετών.
Η ενσωμάτωση πρόσθετων πληροφοριών και η διαθεσιμότητά τους ήδη από το στάδιο της μελέτης, ενισχύει την τάση βελτιστοποίησης των διαδικασιών υλοποίησης, με τα εμπλεκόμενα μέρη να αναζητούν ολοένα και περισσότερους τρόπους για να αξιοποιήσουν το αυξανόμενο επίπεδο λεπτομέρειας στις επακόλουθες διεργασίες κατασκευής.
Συνεπώς, το νέο ζητούμενο του σχεδιασμού και της διαχείρισης κατασκευαστικών έργων δεν εξυπηρετείται πλέον από την ‘απλή’ λειτουργία του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και από την εκ των υστέρων δημιουργία του χρονοδιαγράμματος της διαδικασίας κατασκευής. Η χρήση μοντέλων δομικών πληροφοριών δίνει, μεταξύ άλλων, τη δυνατότητα παρακολούθησης και διαχείρισης των δυναμικών μεγεθών του χρόνου και του κόστους υλοποίησης σε πραγματικό χρόνο. Έτσι οδηγούμαστε στη διεύρυνση του αντικειμένου του σχεδιασμού σε πεδία πέραν των τριών διαστάσεων του φυσικού χώρου, γεγονός που αντικατοπτρίζεται στα νέα εργαλεία σχεδιασμού που αναπτύσσονται για να ανταποκριθούν τις νέες απαιτήσεις που προκύπτουν.
Μια μέθοδος που κερδίζει έδαφος είναι η προσομοίωση τεσσάρων διαστάσεων (4D Simulation), που αφορά στην ενσωμάτωση της διάστασης του χρόνου στο τρισδιάστατο σχεδιαστικό υπόβαθρο. Η νέα στοιβάδα πληροφορίας επιτρέπει στους μελετητές να αναλύουν την αλληλουχία των διαδικασιών υλοποίησης και να οπτικοποιούν την ολοκλήρωση των επιμέρους εργασιών. Η λογική της προσθήκης στοιβάδων μπορεί να επεκταθεί και σε περισσότερες διαστάσεις, όπου κάθε τύπος πρόσθετης πληροφορίας αυξάνει τον παράγοντα ‘n’ της αριθμητικής παράστασης ‘nD’, η οποία εκφράζει το πλήθος των διαφορετικών τύπων δεδομένων που περιλαμβάνει ένα ψηφιακό μοντέλο σχεδιασμού.
Η μέθοδος χρονικού προγραμματισμού και προσομοίωσης με βάση το ψηφιακό μοντέλο (Model based Scheduling and Simulation), δίνει τη δυνατότητα στα εμπλεκόμενα μέρη να οπτικοποιήσουν την αλληλουχία της κατασκευής, συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών κατασκευών του εργοταξίου, επιτρέποντας έτσι τον εντοπισμό περιπτώσεων επικάλυψης/σύγκρουσης οικοδομικών εργασιών και τη βελτιστοποίηση του προγραμματισμού. Επίσης, η εν λόγω μέθοδος αποτελεί καλύτερη και πιο διαισθητική μέθοδο επικοινωνίας του σχεδίου στα μέλη της κατασκευαστικής ομάδας.
Η προμέτρηση και η εκτίμηση κόστους ενός τεχνικού έργου συνιστούν ένα ακόμα πεδίο εφαρμογής της παραπάνω λογικής, όπου η μέθοδος, οι ποσότητες κατασκευής και το κόστος των υλικών, συσχετίζονται με το ψηφιακό μοντέλο. Αυτό επιτρέπει την ενημέρωση των ποσοτικών δεδομένων που μεταβάλλονται λόγω έκτακτης αλλαγής στο σχεδιασμό, την ακριβέστερη εκτίμηση κόστους και τη γενικότερη συμπερίληψη οικονομικών παραμέτρων στο σχεδιασμό της υλοποίησης του έργου.
Τέλος, εφόσον το ψηφιακό μοντέλο είναι ενταγμένο σε ένα σύστημα γεωγραφικής αναφοράς, υπάρχει η δυνατότητα μεταφοράς και προβολής του επί τόπου στο έργο μέσω των εφαρμογών εικονικής/επαυξημένης πραγματικότητας (VR/AR). Η πρόσβαση αλλά και η συλλογή νέων δεδομένων κατασκευής διευκολύνει τη διαδικασία της επίβλεψης και την παρακολούθηση της προόδου των εργασιών.
Η δυνατότητα ενσωμάτωσης και διαχείρισης μεγαλύτερου όγκου πληροφοριών κατά το σχεδιασμό, αυξάνει τις πιθανότητες να υλοποιηθεί ένα έργο εντός του ορισμένου χρονικού και οικονομικού πλαισίου. Γίνεται αντιληπτό, πως η αξιοποίηση των νέων δυνατοτήτων προσδίδει επιπλέον αξία στις εργασίες που προηγούνται της κατασκευής, καθώς απομειώνει το εγγενές ρίσκο αστοχίας της μελέτης και την πιθανότητα εμφάνισης απρόοπτων κωλυμάτων κατά τη διάρκεια εκτέλεσης των εργασιών.
Άρθρο του Νίκου Μπαντή | Διπλ. Αρχιτέκτονα Μηχανικού | Εταιρεία Delta Engineering – Σύμβουλοι Μηχανικοί | Τομέας Μελετών Εφαρμογής Τεχνικών Έργων
Πηγή κεντρικής φωτογραφίας: Ανακτήθηκε την 29/09/2023 από: https://unsplash.com/photos/lVWozBOVY2M