Η παρούσα διπλωματική εργασία προτείνει την επανάχρηση της Παλιάς Λαχαναγοράς στην Θεσσαλονίκη, με την δημιουργία ενός κέντρου αγοράς σε επίπεδο γειτονιάς, με χρήσεις αγοράς, αναψυχής, πολιτισμού και εκπαίδευσης, αλλά και ενός πυρήνα ατικού πρασίνου εντός αυτής, ο οποίος θα αποτελεί συνέχεια του ελεύθερου, αλλά και αναξιοποίητου χώρου πρασίνου που βρίσκεται στα βορειοδυτικά τείχη.
Ανασχεδιάζεται η Πλατεία Μουσχουντή, που βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της αγοράς καθώς προτείνεται και η διαμόρφωση του ελεύθερου χώρουπρασίνου στα τείχη της πόλης, που βρίσκονται στον ίδιο άξονα με το κτίριο.
Η περιοχή χαρακτηρίζεται από την έντονη κυκλοφορία οχημάτων, τόσο επί της Αγίου Δημητρίου όσο και των οδών περιμετρικά αυτής. Ένα ακόμη χαρακτηριστικό της ευρύτερης περιοχής είναι η ιδιαίτερα πυκνή και υψηλή δόμηση, επί το πλείστον 6-7 ορόφων. Η εικόνα αλλάζει από την Πλατεία Μουσχουντή και προς την Άνω Πόλη, καθώς η υψηλή δόμηση περιορίζεται, και παρότι είναι πιο άναρχη, το ύψος παραμένει χαμηλό, γεγονός που κάνει την περιοχή πιο φιλική προς το χρήστη και τον πεζό.
Η Παλιά Λαχαναγορά (1935) αποτελεί ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας της πόλης. Είναι έργο του Μαξιμιλιανού Ρουμπένς, ενός αρχιτέκτονα με μεγάλο αριθμό υλοποιημένων έργων στην Θεσσαλονίκη, και λειτούργησε από το 1935 ως το 1975. Το κτιριακό συγκρότημα χαμηλής δόμησης των 55 μικρών καταστημάτων, στο οικοδομικό τετράγωνο 188, που περιβάλλεται από τις οδούς Αγίου Δημητρίου, Φιλώτα, Πλατείας Μουσχουντή και Μπουντώνα και θα λειτουργήσει για 40 χρόνια, ως το 1975. Η αγορά χαρακτηρίζεται από τον πυκνό της κάναβο, ο οποίος τοποθετείται περίπου ανά 3μ. με την ύπαρξη φέρουσας οπτοπλινθοδομής, ενώ αυτός αποτελεί μέρος ενός μεγαλύτερου κανάβου 10 μ., ο οποίος συναντάται σε 9 τέτοιες μονάδες στις μεγάλες όψεις, ενώ στις μικρές αποτελείται από 3. Αξίζει να σημειωθεί πως ο σχεδιασμός του κτιρίου βασίστηκε στην έντονη κλίση του εδάφους και κάθε κατάστημα ακολουθεί.
Βασικό στόχο του σχεδιασμού αποτελεί η δημιουργία μιας νέας συνθήκης αγοράς η οποία να μην περιορίζεται στα τυπικά πλαίσια, αλλά να διευρύνει τα όρια της και να φιλοξενεί λειτουργίες οι οποίες θα μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες των χρηστών και των κατοίκων της περιοχής, για εκπαίδευση, αναψυχή και πολιτισμό, που σε συνδυασμό με την δημιουργία ενός αστικού πάρκου εντός των ορίων, θα αποτελεί συνέχεια του χώρου πρασίνου των βόρειων τειχών και θα καταλήγει ως την κύρια είσοδο της, επί της Αγ. Δημητρίου. Συνοψίζοντας, ο σχεδιασμός κινείται σε 2 άξονες. Ο πρώτος σχετίζεται με την αναβίωση και τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμότου κτιρίου και τις χρήσεις που θα φιλοξενεί και ο δεύτερος με την αναβάθμιση του δημόσιου χώρου περιμετρικά του.
Ο σχεδιασμός ξεκινά, λαμβάνοντας υπ’όψιν 2 βασικά στοιχεία, αρχικά την δομή του κτιρίου και τους κανόνες του, καθώς διατηρούνται περιμετρικά οι όψεις του, και έπειτα την κλίση του εδάφους. Αυτά τα 2 δεδομένα αποτελούν την σχεδιαστική βάση, καθώς είναι σταθερά και μη αναστρέψιμα. Για τον λόγο αυτό, αποφασίστηκε, εσωτερικά η αγορά να διαμορφωθεί σε 3 επίπεδα, τα οποία τοποθετούνται ανά 1μ., για να μπορέσει να παραλάβει την κλίση των οδών περιμετρικά της και να γίνει εφικτή και η πρόσβαση από τις πλάγιες οδούς, Φιλώτα και Μπουντώνα.
Στο επίπεδο της εισόδου επί της Αγ. Δημητρίου συναντάμε τα καταστήματα με τα λαχανικά, τα βιολογικά προϊόντα, τους ξηρούς καρπούς, τον φούρνο και το ζαχαροπλαστείο. Στο επίπεδο +1.00 βρίσκονται δύο καταστήματα ντελικατέσεν, με παραδοσιακά και διεθνή προϊόντα αντίστοιχα, ένα σε κάθε πλευρά, με δυνότητα αξιοποίησης ενός μικρού τμήματος της αγοράς για την ελεγχόμενη ανάπτυξη των τραπεζοκαθισμάτων.
Στο τρίτο και τελευταίο επίπεδοτου ισογείου, στα +2.00μ, βρίσκονται οι πλευρικές είσοδοι της αγοράς, ενώ σε άμεση σχέση με αυτές τοποθετούνται οι άξονες κάθετης κυκλοφορίας, με τα κλιμακοστάσια και τους ανελκυστήρες. Οι χώροι σε αυτό το σημείο εξυπηρετούν τις ανάγκες των δραστηριοτήτων σε επίπεδο πολιτισμού και εkπαίδευσης. Στην πλευρά της οδού Φιλώτα, βρίσκεται ο χώρος δημιουργικής απασχόλησης παιδιών, μαζί με τους απαραίτητους βοηθητικούς χώρους, ενώ στην πλευρά της οδού Μπουντώνα, χωροθετούνται μια πολυμορφική αίθουσα προβολών, τα γραφεία για την διοίκηση της αγοράς, οι βοηθητικοί χώροι των εργαζομένων, αλλά και επιπλέον βοηθητικές λειτουργίες, όπως αποθήκες, wc και ο χώρος με την κουζίνα και τα αποδυτήρια των εργαζομένων. Σ’ αυτό το επίπεδο βρίσκεται και ο χώρος πρασίνου που διαμορφώνεται αμφιθετατρικά, σε πέντε πλατώματα. Με αυτό τον σχεδιασμό μπορεί να φιλοξενήσει υπαίθριες δράσεις για μικρές εκδηλώσεις και παραστάσεις.
Ο δεύτερος όροφος δημιουργείται στην είσοδο της πλατείας Μουσχουντή, ενώ ταυτόχρονα λειτουργεί ως επέκταση του δημόσιου χώρου, ο οποίος εισέρχεται και συνεχίζει εντός των ορίων της αγοράς. Σε αυτό το επίπεδο βρίσκονται ο χώρος των εργαστηρίων που γίνονται μαθήματα, σεμινάρια και διάφορες δράσεις και κάποια εμπορικά καταστήματα.
Ο δεύτερος στόχος της πρότασης, ξεκινά με τον σχεδιασμό των δύο πλευρικών οδών Φιλώτα και Μπουντώνα, συνεχίζει στην Πλατεία Μουσχουντή και καταλήγει στον χώρο πρασίνου που βρίσκεται ένα μέρος των βόρειοδυτικών τειχών, ο οποίος τοποθετείται στον ίδιο άξονα με το κτίριο και την πλατεία. Η πλ. Μουσχουντή ανασχεδιάζεται, επεκτείνεται και πλέον αποτελεί τμήμα του κτιρίου καθως ενώνεται με αυτό και πλεόν αποτελεί το σημείο ένωσης των δύο πλευρικών οδών και τον χώρο που περιβάλλει την βόρεια είσοδο του κτιρίου. Τέλος, ο χώρος πρασίνου στα τείχη, διαμορφώνεται ως πάρκο με υψηλή φύτευση και στο ξέφωτο του δίνεται η δυνατότητα για την φιλοξενία εκδηλώσεων και δράσεων.
Η διατήρηση της όψης καθοδηγεί και τους κανόνες του νέου φέροντα οργανισμού που προστίθεται στο κτίριο. Δημιουργείται μια μεταλλική κατασκευή, η οποία επιτρέπει την ελευθερία διάταξης των καταστημάτων και την πιθανή τους μεταβολή σε μέγεθος, ενώ ταυτόχρονα συμβάλλει στην στήριξη και ενίσχυση της διατηρητέας όψης. Στα δύο πρώτα επίπεδα της αγοράς δημιουργείται μια στοά με πέργκολα, η οποία παραπέμπει στο αρχέτυπο των εμπορικών στοών της πόλης. Επιπλέον, αυτή η απόσταση μεταξύ του διατηρητέου τμήματος και της προσθήκης, εξυπηρετεί στον σχεδιασμό και την λειτουργία της αγοράς, ενώ παράλληλα κάνει φανερά τα οικοδομικά στάδια του κτιρίου. Τα καταστήματα αποτελούν μικρές μονάδες, από μεταλλικό σκελετό, οι οποίες τοποθετούνται ελεύθερα στον χώρο και χωρίς επαφή με τον στατικό φορέα. Ο σχεδιασμός τους ξεκινάει με την τυποποίηση μιας μονάδας διαστάσεων 5x12μ., που αποτελεί την βάση για την εξέλιξη των υπολοίπων.