Η σχεδιαστική προσέγγιση απορρέει από μια χορογραφία Απολλώνιων-Διονυσιακών καλλιτεχνικών ενορμήσεων συνδυασμένων με μια αντικειμενοστρεφή φιλοσοφική στάση (OOO, Object Oriented Ontology) όπου τα αντικείμενα τοποθετούνται στο επίκεντρο της προσοχής. Και όλα τα παραπάνω μεταφράζονται σε μια ιδιαίτερα φορμαλιστικής προτεραιότητας αρχιτεκτονική γλώσσα.
Ο αρχιτέκτονας του έργου, πιστεύει στην μορφοπλαστικη δύναμη των αντικειμένων, τα οποία σύμφωνα με τον Graham Harman δεν αποκαλύπτουν τα χαρακτηριστικά τους ευθέως και ούτε η μαθηματική γνώση ούτε πιο πρακτικές μέθοδοι μας δίνουν πρόσβαση σε αυτά. Εν αντίθεση η «ποιητική γλώσσα» και κατ’ επέκταση η τέχνη και η αρχιτεκτονική είναι από τα πεδία που μας επιτρέπουν να πλησιάσουμε στα ενδότερα των ιδιοτήτων των αντικειμένων.
Ο Graham Harman λέει ότι «τα αντικείμενα έρχονται σε δύο κατηγορίες: τα πραγματικά και τα αισθησιακά, και βρίσκονται σε μόνιμη ρήξη με τις ιδιότητές τους και μεταξύ τους».
Στην περίπτωση της συγκεκριμένης προσέγγισης, η γλώσσα σχεδιασμού παρουσιάζει την ακόλουθη δυαδικότητα στην δομή της:Αποτελείται από μιας Απολλώνιας φύσης, αρχή προσέγγισης των αρχιτεκτονικών μορφών, η οποία κινείται σε ένα πεδίο αρμονικής-λογικής σχεδιαστικής γλώσσας, με έντονα τα σημάδια του concept της αρχής της εξατομίκευσης της φόρμας.
Η Απολλώνια αυτή πλευρά του design η οποία καλύπτει και την ευρύτερη περιοχή των έργων, έχει σκοπό να οριοθετήσει και ταυτόχρονα να προετοιμάσει το έδαφος για τη στρατηγική είσοδο κάποιας δραματουργικής φόρμας, Διονυσιακής προέλευσης.
Στόχος της τελευταίας είναι η διέγερση των αισθήσεων του θεατή μέσα από κάποια αισθησιακή, ρυθμική, μορφοπλαστική λογική του design. Κατά συνέπεια, προτείνεται πως η αρχιτεκτονική πρέπει να είναι πιο διασκεδαστική και θα πρέπει να σταματήσει να είναι προϊόν ενδιαφέροντος μόνο στενών ακαδημαϊκών κύκλων, αλλά να γίνει άρρηκτα συνδεδεμένη με την ποπ κουλτούρα.
Το συγκεκριμένο έργο ξεκίνησε επίσημα με ένα βίντεο κλιπ που έγινε ένα είδος βάσης και ήταν το πρώτο θέμα συζήτησης μεταξύ πελάτη και αρχιτέκτονα. Το βίντεο κλιπ «star-boy» εισήλθε τη στιγμή που ξεκίνησε να ορίζεται το στυλ και την ταυτότητα του έργου.
Με άλλα λόγια, ο αρχιτέκτονας προσπάθησε δια μέσου της ποπ κουλτούρας να θέσει τα θεμέλια για μία αποδοτικότερη επικοινωνία με τον πελάτη και αυτό βοήθησε να διατηρηθεί υψηλό το επίπεδο ενθουσιασμού και στις δύο πλευρές όπως και ώθησε την αρχιτεκτονική σε ένα πολύ πιο διασκεδαστικό πλαίσιο. Το έργο βρίσκεται σε ένα προηγουμένως open plan λογικής κτίριο, που περιβάλλεται από γυάλινες προσόψεις τύπου loft στην περιοχή της Γλυφάδας, Αθήνα.
Το κτίριο απλώνεται σε τέσσερα επίπεδα: στο υπόγειο βρίσκεται το γκαράζ, οι αποθήκες και ο χώρος των μηχανημάτων. Το επίπεδο του εδάφους είναι η είσοδος. Η φωτεινή γραμμική “άρθρωση” σηματοδοτεί το πέρασμα σε ένα χώρο με την δική του πολύ συγκεκριμένη ταυτότητα.
Ο πρώτος όροφος στεγάζει το σαλόνι. Κατά την είσοδο, το πρώτο πράγμα που παρατηρείται είναι η φωτισμένη κολώνα που λειτουργεί ως ένα είδος βέλους, επισημαίνοντας που είναι το κοντρόλ αυτού του τελευταίας τεχνολογία smart-house. Ένα από τα κύρια στοιχεία σχεδιασμού στο καθιστικό είναι η μονάδα που περιλαμβάνει τηλεόραση, τζάκι και αποθηκευτικό χώρο.
Η μονάδα αυτή είναι προϊόν της προσπάθειας δημιουργίας μιας αεροδυναμικής φορμαλιστικής προσέγγισης όπου οι μορφές προβάλλονται με την προσθήκη γραμμικού φωτός. Η οροφή αντιμετωπίζεται με τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργεί ένα συνεχές γραμμικό φως και σχηματίζει κάποιες δυναμικές επιφάνειες στη μέση.
Το κύριο κομμάτι της οροφής δημιουργεί ένα στοιχείο αυτόνομης φόρμας που μέσω της ύπαρξής του ρυθμίζει την ατμόσφαιρα φωτισμού του καθιστικού. Το μπαρ του καθιστικού ακολουθεί την ίδια σχεδιαστική “γλώσσα” και ταυτόχρονα εστιάζει στην δημιουργία ισορροπίας των όγκων μέσα στο χώρο.
Πρόκειται για ένα φορμαλιστικό αποτέλεσμα μιας καθαρά αεροδυναμικής ευκαμψίας, ενεργητικών επιφανειών που ενίοτε σχηματίζουν κάπως επιθετικές γραμμές καθώς επίσης δημιουργούν την επιθυμητή ατμόσφαιρα όπως και οι φωτεινές γραμμές της οροφής.
Τα παραπάνω είναι προϊόντα της εσωτερικής ερμηνείας από την φουτουριστική ατμόσφαιρα και αισθητική που εντοπίζεται στο κλιπ. Αυτές οι ξεχωριστές λεπτομέρειες όλων των λευκών ημι-λαμπερών στιλπνών επιφανειών φινιρίσματος προσπαθούν να δημιουργήσουν μια μοναδική και ομοιογενή αίσθηση του χώρου με γνώμονα την ατμόσφαιρα και την απόδοση της μελέτης φωτισμού.
Τα υπνοδωμάτια βρίσκονται στον δεύτερο όροφο. Το concept όσον αφορά τα υπνοδωμάτια κινείται γύρω από καθαρές minimal γραμμές, συνδυασμένες με την ζεστασιά που πηγάζει από το ξύλινο δάπεδο το οποίο αρχίζει να καταλαμβάνει και κάθετες επιφάνειες. Έτσι γίνεται η προσπάθεια να δημιουργηθεί μια ατμόσφαιρα ταυτόχρονα οικεία και φουτουριστική μέσα σε έναν χώρο καθαρά προσανατολισμένο ως προς το design.
Πρόκειται για μια τελευταίας τεχνολογίας “έξυπνη κατοικία” (smart-house) που επιτρέπει στον χρήστη να έχει τον απόλυτο έλεγχο του σπιτιού. Ο έλεγχος του σπιτιού που περιλαμβάνει λειτουργίες όπως τα φώτα και η έντασή τους, η θερμοκρασία των διαφόρων ζωνών του σπιτιού, η χρήση του τζακιού, οι αλλαγή θέσης των κουρτινών, η τηλεόραση και το ηχοσύστημα, καθώς και η ασφάλιση και απασφάλιση του χώρου ελέγχεται από ένα απλό κοντρόλερ.
Επιτρέπει επίσης την δημιουργία προκαθορισμένων τρόπων λειτουργίας όλων των παραπάνω. Τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν ως επί το πλείστον για το έργο ήταν αυτοεπιπεδούμενες γυαλιστερές τσιμεντοκονίες, ξύλο και λακαρισμένο ξύλο σε λευκές αποχρώσεις, τεχνολογία CNC που επιτρέπει ακρίβεια και καθιστά δυνατή τη κατασκευαστική πολυπλοκότητα ενώ συγχρόνως μειώνει την προσπάθεια κατά την κατασκευή.
Αυτό που χαρακτηρίζει τη σχεδιαστική πρόθεση είναι η minimal αισθητική με κομψές αλλά δυναμικές γραμμές μέσα σε ένα γραμμικό αρχιτεκτονικό χαρακτήρα. Ο σχεδιασμός σκοπεύει στη δημιουργία μιας αρχιτεκτονικής “γλώσσας” έντονης συνοχής η οποία δεν αποσκοπεί στο να προσηλώνεται στην ικανοποίηση συμβατικών αισθητικών αξίων αλλά αναζητά έντονα την σημασία της έννοιας της εξατομίκευσης (individualism) στο design.